Η σπαστική κολίτιδα συνδέεται άμεσα με τη διατροφή καθώς οι πάσχοντες αναφέρουν συχνά επιδείνωση των συμπτωμάτων μετά απο κατανάλωση συγκεκριμένων τροφίμων.
Για να θεωρηθεί ότι κάποιος πάσχει απο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου θα πρέπει να έχει πόνο στην κοιλιά, φούσκωμα, έντονη δυσφορία και πρήξιμο στο στομάχι ή/και στο έντερο για τουλάχιστον 4 ημέρες κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 2 μηνών.
Το σύνδρομο μπορεί να ταξινομηθεί σε 4 υποκατηγορίες: 1) πόνος στην κοιλιά συνοδευόμενος απο διάρροια, 2) πόνος και φούσκωμα που συνοδεύεται απο δυσκοιλιότητα, 3) συμπτώματα απο το πεπτικό που εναλλάσσονται με διάρροια και δυσκοιλιότητα και 4) συμπτώματα που δεν επιφέρουν αλλαγές στην υφή των κοπράνων και τη συχνότητα κένωσης.
Σε πρώτη φάση συστήνεται στο άτομο να ακολουθήσει βασικούς κανόνες μιας υγιεινής διατροφής. Συγκεκριμένα, να τρώει μικρά και συχνά γεύματα, να μην παραλείπει κανένα γεύμα μέσα στην ημέρα, να μασάει καλά την τροφή τρώγοντας αργά και να ενυδατώνεται επαρκώς. Επιπλέον, να περιορίσει τον καφέ, το αλκοόλ, τα πικάντικα και τα πολύ λιπαρά φαγητά. Η σωματική άσκηση αλλά και η καλή ψυχολογική κατάσταση διαδραματίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο με τις διατροφικές συστάσεις σε αυτό το στάδιο.
Σε δεύτερη φάση προτείνουμε στον πάσχοντα μια δίαιτα που έχει σχεδιαστεί κι εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια ειδικά για το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου αλλά κι γι άλλες παθήσεις-ασθένειες με παρόμοια συμπτώματα απο το γαστρεντερικό. Στη δίαιτα αυτή αποκλείονται κάποιοι συγκεκριμένοι υδατάνθρακες, που έχει βρεθεί ότι δεν απορροφώνται επαρκώς στο έντερο οπότε και προκαλούν φούσκωμα, αέρια, πόνο και τα υπόλοιπα δυσάρεστα συμπτώματα. Οι υδατάνθρακες αυτοί είναι μεταξύ άλλων οι φρουκτάνες, η φρουκτόζη και η λακτόζη, πολυόλες και γαλακτο ολιγοζαχαρίτες (γαλακτάνια).
Πρακτικά το άτομο δεν πρέπει να καταναλώνει τρόφιμα που περιέχουν αυτούς τους υδατάνθρακες για 6 έως 8 εβδομάδες, οπότε και παρακολουθείται η βελτίωση ή όχι των συμπτωμάτων. Έπειτα απο αυτό το διάστημα οι ύποπτες τροφές εισάγονται ξανά σταδιακά στη διατροφή ανάλογα με την ανοχή του πάσχοντα. Σε κάθε περίπτωση το άτομο παρακολουθείται απο το διατροφολόγο-διαιτολόγο, έτσι ώστε να εκπαιδευθεί στη συγκεκριμένη διατροφή και να λάβει ένα εξατομικευμένο διαιτολόγιο.
Δεν είναι λίγες οι φορές όπου ο πάσχοντας αφαιρεί απο μόνος του ολόκληρες ομάδες τροφίμων απο τη διατροφή του, επειδή θεωρεί ότι έτσι θα ωφεληθεί. Έτσι, αποκλείονται όσες τροφές περιέχουν γλουτένη, λακτόζη, φυτικές ίνες, λιπαρά κάθε είδους. Ο αποκλεισμός όλων αυτών των ομάδων τροφίμων χωρίς την επίβλεψη του ειδικού μπορεί να οδηγήσει μαθηματικά σε δραματικές αρνητικές επιπτώσεις στον οργανισμό (αύξηση βάρους, ελλείψεις θρεπτικών συστατικών, κακή ψυχολογική διάθεση, αναιμία, οστεοπενία, νευρολογικές διαταραχές, διαταραχές του κύκλου στις γυναίκες κ.α.). Τελικά, όπως δείχνουν οι μελέτες ακόμα και να αποκλειστούν οι τροφές αυτές δεν παρατηρείται σημαντική μείωση των συμπτωμάτων.
Η σπαστική κολίτιδα είναι μια εντελώς προσωπική υπόθεση για τον καθένα που τη βιώνει καθώς τα συμπτώματα διαφέρουν σημαντικά απο άτομο σε άτομο. Οπότε και η διατροφική διαχείριση θα πρέπει να είναι εξατομικευμένη, στοχεύοντας στην κάλυψη των ιδιαίτερων αναγκών του κάθε ατόμου. Ο διατροφολόγος-διαιτολόγος είναι εκείνος ο ειδικός που θα σας καθοδηγήσει με ασφάλεια ώστε να αντιμετωπίσετε αποτελεσματικά το πρόβλημα.
Cozma Petrut A., et al. Diet in irritable bowel syndrome:What to recommend, not what to forbid to patients! World J Gastroenterol 2017;23(21):3771-3783
Werlang ME. et al. Irritable Bowel Syndrome and Dietary Interventions. Gastroenterology and Hepatology 2019;15(1)
Algera J., et al. The Dietary Management of Patients with Irritable Bowel Syndrome:A Narrative Review of the Existing and Emerging EvidenceNutrients 2019;11:2162
Portincasa P., et al. Irritable bowel syndrome and diet Gastroenterology Report 2017;5(1):11-19